أَنَا أَسْتَيْقُظُ وَأُشْعِلُ النَارَ.
Εγώ ξυπνάω και φτιάχνω φωτιά.
أَنَا أَغْلِي القَلِيلَ مِنَ المَاءِ.
Εγώ βράζω λίγο νερό.
أَنَا أُقَطِّعُ حَطَبَ الأَشْجَارِ.
Εγώ κόβω ξύλα για φωτιά.
أَنَا أُحَرِّكُ الوِعَاءَ.
Εγώ ανακατεύω το δοχείο.
أَنَا أَغْسِلُ الصُّحُونَ.
Εγώ πλένω τα πιάτα.
لِمَاذَا أَعْمَلُ أَنَا بِجِدٍّ…
…بَيْنَما أَخِي مَشْغُولٌ بِاللَّعبِ؟
Γιατί εγώ δουλεύω τόσο σκληρά… … όταν ο αδερφός μου είναι απασχολημένος να παίζει;