Λήψη PDF
Επιστροφή στον κατάλογο ιστοριών

Digaagad iyo Galayr Κότα και Αετός

Κείμενο Ann Nduku

Εικονογράφηση Wiehan de Jager

Μετάφραση Anwar Mohamed Dirie

Ανάγνωση Ibrahim Ahmed

Γλώσσα σομαλικά

Επίπεδο Επίπεδο 3

Αφήγηση της ιστορίας

Ταχύτητα αναπαραγωγής

Αυτόματη αναπαραγωγή


Mar waayihi hore kamid ah, Digaagad iyo Galayr ayaa saaxiibbo ahaa. Waxa ay nabad oo la noolaayeen shimbiraha kale oo dhan. Midkoodna ma duuli karin.

Μια φορά και έναν καιρό, Κότα και Αετός ήταν φίλοι. Ζούσαν ειρηνικά με τα άλλα πουλιά. Κανένας από αυτούς δεν μπορούσε να πετάξει.


Hal maalin, ayaa waxaa dhulka ka jirtay abaar. Galayrkii waxa ay u socotay meel aad u fog si ay cunto u hesho. Waa ay soo noqotay iyada oo aad u daallan. “Waa in ay jirtaa si sahlan oo loo safro!” Ayay tidhi Galayrkii.

Μια μέρα, υπήρχε λιμός στη γη. Ο Αετός έπρεπε να περπατήσει πολύ μακριά να βρει φαγητό. Αυτή γύρισε πίσω πολύ κουρασμένη. «Πρέπει να υπάρχει ένας ευκολότερος τρόπος να ταξιδέψεις!» είπε ο Αετός.


Habeen ay si fiican u seexatay ka dib, Digaagaddii ayaa caqli fiican heshay. Waxa ay bilowday uruurinta baalasha ka daatay shimbiraha saaxiibbadeed ah oo dhan. “Aynu ku tolno dusha baalasha kuwa naga,” ayay tidhi. “Malaha taas baa sahli in la safro.”

Μετά από ένα καλό ύπνο, η Κότα είχε μια λαμπρή ιδέα. Άρχισε να μαζεύει τα πεσμένα φτερά από όλα τα πουλιά φίλους της. «Ας τα ράψουμε μαζί πάνω από τα φτερά μας» είπε αυτή. «Ίσως αυτό θα κάνει πιο εύκολο να ταξιδεύουμε».


Galayrkii ayaa ahayd mida keliya tuulada ee heysata irbad, marka iyada ayaa markii koowaad baalashii isku toshay. Waxa ay sameysatay laba joog baalal ah oo aad u qurxoon kor ayeyna u duushay digaaggada korkeeda. Digaagaddii waxa ay soo amaahatay irbaddii laakiin dhakhso ba wey ku daashay tolliinkii. Waxa ay irbaddii uga tagtay armaajada korkeeda waxa ayna u kacday jikada si ay cunto ugu diyaariso ilmaheeda.

Ο Αετός ήταν ο μόνος στο χωριό με βελόνα, έτσι αυτή άρχισε να ράβει πρώτα. Έκανε για τον εαυτό της ένα ζευγάρι όμορφα φτερά και πέταξε πάνω από την Κότα. Η Κότα δανείστηκε τη βελόνα αλλά σύντομα κουράστηκε από το ράψιμο. Άφησε τη βελόνα στο ντουλάπι και πήγε μέσα στη κουζίνα να ετοιμάσει φαγητό για τα παιδιά της.


Laakiin shimbirihii kale ayaa arkeen Galayrkii oo duulaysa. Waxa ay ka codsadeen Digaagaddii in ay amaahiso irbadda si ay iyaguna baalal u sameystaan. Markiiba waxa la arkay shimbiro duulayo meel kasta samada.

Αλλά τα άλλα πουλιά είχαν δει τον Αετό να πετάει μακριά. Αυτοί ρώτησαν τη Κότα να τους δανείσει τη βελόνα να κάνουν φτερά για τους εαυτούς τους επίσης. Σύντομα υπήρχαν πουλιά που πετούσαν σε όλο τον ουρανό.


Markii uu shimbirkii ugu dambeeyey soo celiyay irbadda amaahda aheyd, Digaagaddu ma joogin halkaa. Marka ilmaheedii ayaa irbaddii qaatay oo bilaabay waxayna billaabeen in ay ku ciyaaraan. Markii ay ku daaleen ciyaartii, irbaddii waxa ay uga tageen carrada dhexdeeda.

Όταν το τελευταίο πουλί επέστρεψε τη δανεισμένη βελόνα, η Κότα δεν ήταν εκεί. Έτσι τα παιδιά της πήραν τη βελόνα και άρχισαν να παίζουν με αυτήν. Όταν έπεσαν κουρασμένα από το παιχνίδι, άφησαν τη βελόνα μέσα στην άμμο.


Mar dambe gallapkii, ayey galarykii soo noqotay. Waxa ay weydiisay irbadii si ay u hagaajiso baalal kasoo dabcay intey safarka ku jirtay. Digaagaddii waxa ay ka eegtay armaajadii. Waxa ay ka eegtay jikadii. Waxa ay ka eegtay daaradda. Laakiin irbaddii meelna lagama helin.

Αργότερα το απόγευμα, ο Αετός επέστρεψε. Ζήτησε τη βελόνα να φτιάξει μερικά φτερά που είχαν χαλαρώσει στο ταξίδι της. Η Κότα κοίταξε στο ντουλάπι. Κοίταξε στην κουζίνα. Κοίταξε στην αυλή. Αλλά η βελόνα δεν βρέθηκε πουθενά.


“Bal hal maalin isii,” ayey Digaagaddii afadii ka bariday. “Dabadeed waa aad giigsan doontaa baalashaada oo duuli doontaa mar kale si aad cunto u soo hesho.” “Maalin keliya uun baad haysataa,” ayey tidhi Galayrkii. “Haddii aad irbadda heli weydo, waa in aad magdhaw ii siisaa carruurtaada midkood.”

«Δώσε μου μια μέρα» η Κότα παρακάλεσε τον Αετό. «Μετά μπορείς να φτιάξεις τα φτερά σου και να πετάξεις μακριά να πάρεις φαγητό πάλι». «Μόνο μια μέρα» είπε ο Αετός. «Αν δεν μπορείς να βρεις τη βελόνα, θα πρέπει να μου δώσεις ένα από τα κοτοπουλάκια σου ως πληρωμή».


Markii ay Dafadii timid maalinkii dambe, waxa uu arkay Digaagaddii oo carrada faageysa, laakiin aan irbaddii hayn. Sidaa darteed galayrkii si degdeg ah ayay hoos ugu soo duushay oo daftay mid ka mid ah carruurtii. Waa uu la duulay. Abid markaa ka dib, mar walba u galayrka soo muuqato, waxa ay aragtaa Digaagadda oo carrada faagaysa oo irbaddii ka raadinaysa.

Όταν ο Αετός ήρθε την επόμενη μέρα, βρήκε την Κότα να σκαλίζει την άμμο αλλά χωρίς βελόνα. Έτσι ο Αετός πέταξε κάτω πολύ γρήγορα και έπιασε ένα από τα κοτοπουλάκια. Το μετέφερε μακριά. Από κει και πέρα, κάθε φορά που εμφανιζόταν Αετός, βρίσκει την Κότα να σκαλίζει την άμμο για τη βελόνα.


Marka uu hooska baalasha galayrka dhulka ka soo muuqdo, Digaagaddu waxa ay u digtaa boojaalaheeda. “Ka tagga dhulkan banaan ee qalallan.” Iyaguna waxa ay ugu jawaabaan: “Doqommo ma nihin. Waan carari doonnaa.”

Καθώς η σκιά των φτερών του Αετού πέφτει στο έδαφος, η Κότα προειδοποιεί τα κοτοπουλάκια της. «Βγείτε από το γυμνό και ξηρό έδαφος». Και απαντούν: «Δεν είμαστε ανόητοι. Θα τρέξουμε».


Κείμενο: Ann Nduku
Εικονογράφηση: Wiehan de Jager
Μετάφραση: Anwar Mohamed Dirie
Ανάγνωση: Ibrahim Ahmed
Γλώσσα: σομαλικά
Επίπεδο: Επίπεδο 3
Πηγή: Hen and Eagle από το Βιβλίο Αφρικανών Ιστοριών
Άδεια Creative Commons
Αυτό το εργασία χορηγείται με άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού 3.0 Μη εισαγόμενο.
Επιλογές
Επιστροφή στον κατάλογο ιστοριών Λήψη PDF